Σποδίου

Σποδίου
Σπόδιος
ash-coloured
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • σποδίου — σπόδιον neut gen sg σπόδιος ash coloured masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπόδιος — ία, ον, και σπόδειος, ον, Α [σποδός] 1. αυτός που έχει το χρώμα τής σποδού, τής στάχτης, τεφρός, σταχτής (α. «σπόδιον χρῶμα», Αριστοτ. β. «αἶγες σπόδιαι», πάπ.) 2. προσωνυμία τού Απόλλωνος («βωμός ἐστιν Ἀπόλλωνος ἐπίκλησιν Σποδίου» [δ. γρφ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”